Τουρισμός : Δεν αρκεί ο ήλιος και η θάλασσα ... Η πιο σημαντική τουριστική επένδυση για την Ελλάδα είναι , εμείς οι ίδιοι οι έλληνες πολίτες να αγαπήσουμε και να σεβαστούμε την χώρα μας.
Γράφει ο Γιάννης Στάθης
Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιεύθηκαν πρόσφατα στον τύπο, η Ελλάδα φαίνεται να επιστρέφει στην κορυφή των επιλογών των τουριστών, οι οποίοι τον προηγούμενο χρόνο την είχαν αποφύγει λόγω του φόβου που προκαλούσε η αβεβαιότητα. Και παρά το γεγονός ότι η οικονομική κρίση συνεχίζει να μαστίζει την ελληνική κοινωνία, οι τουρίστες πλέον αισθάνονται ασφαλείς να επισκεφθούν τη χώρα μας. Με τον κίνδυνο της εξόδου από το ευρώ να έχει απομακρυνθεί αισθητά – αν όχι εντελώς – και με το φάκελλο «ασφάλεια» να αντιμετωπίζεται πλέον με επιτυχία, η Ελλάδα επανέρχεται ως μαγευτικός τουριστικός προορισμός, κερδίζοντας επισκέπτες που τα προηγούμενα χρόνια προτίμησαν – λόγω τιμών – την Ισπανία ή την Τουρκία.*
Ο τουρισμός αποτελεί τον κύριο πυλώνα ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, συνεισφέροντας αποφασιστικά στο ΑΕΠ και την αύξηση της απασχόλησης. Η επείγουσα υιοθέτηση ενός νέου παραγωγικού μοντέλου προσανατολισμένου σε μεγαλύτερη εξωστρέφεια, με στόχο την ενίσχυση της ανάπτυξης της χώρας, πρέπει να ρίχνει βαρύτητα στη συνιστώσα του τουρισμού.
Το νέο μοντέλο ανάπτυξης για τον τουρισμό πρέπει να λαμβάνει υπόψη και – κυρίως - να αναπτύσσει περισσότερο το συγκριτικό πλεονέκτημα της Ελλάδας που είναι ο τουρισμός. Αυτό δεν μπορεί να εξασφαλιστεί μόνο με την αξιοποίηση του ήλιου και της θάλασσας. Το μεγάλο πλεονέκτημα της Ελλάδας είναι ο συνδυασμός των μεγάλων εναλλαγών τοπίου- φυσικού και πολιτιστικού – με κυρίαρχες παντού τις ιστορικές παραδόσεις μας σε όλες τις περιόδους.
Στην εποχή μας όμως όπου ο ανταγωνισμός αυξάνεται αλματωδώς, ολοένα και περισσότερες χώρες προσπαθούν εισέρχονται στη διεθνή τουριστική αγορά προσπαθώντας να προσελκύσουν τουρίστες, με αποτέλεσμα να είναι απαραίτητη η ανάπτυξη όχι μόνο του κλασικού τουριστικού μοντέλου αλλά και νέων μορφών τουρισμού που θα κεφαλαιοποιούν τον συνδυασμό «ήλιος και θάλασσα» αλλά θα προσφέρουν και κάτι παραπάνω από αυτό. Αν στο προσφερόμενο τουριστικό προϊόν δεν προστεθούν ιδιαίτερα στοιχεία τότε θα είναι πολύ εύκολο η Ελλάδα να χάσει την πρωτοκαθεδρία που με πολύ κόπο φαίνεται να ξανααποκτά στη διεθνή τουριστική σκηνή. Η άνοδος του βιοτικού επιπέδου στις ασιατικές χώρες, σε συνδυασμό με τη μείωση του κόστους στις μεταφορές λόγω του ανταγωνισμού και της απελευθέρωσης των σχετικών υπηρεσιών.
Σε αυτό το πλαίσιο των διεθνών τάσεων για την προσφορά και ζήτηση των τουριστικών υπηρεσιών, θεωρούμε ότι είναι απαραίτητη η ποιοτική διαφοροποίηση του ελληνικού τουριστικού προϊόντος, με αξιοποίηση όλων των φυσικών και πολιτιστικών πλεονεκτημάτων της.
Αν αυτός ο στόχος επιτευχθεί, ο τουρισμός με τη σειρά του θα δώσει λύσεις σε μια σειρά προβλημάτων της εποχής μας, δημιουργώντας μεγάλες επενδυτικές ευκαιρίες και νέες θέσεις εργασίας, και άρα σημαντική αύξηση του ΑΕΠ και αποτελεσματική καταπολέμηση της ανεργίας.
Είναι προφανές ότι η επιτυχής και βιώσιμη ανάπτυξη ενός νέου ελληνικού τουριστικού προϊόντος συναρτάται με τη συνεχή εκπαίδευση και κατάρτιση όλων των εμπλεκόμενων στον τουριστικό κλάδο. Η παροχή εξειδικευμένων τουριστικών υπηρεσιών σε ειδικές κατηγορίες τουριστών, π.χ. τους τουρίστες της τρίτης ηλικίας, που είναι και οι εύρωστοι οικονομικά, μπορεί να αποτελέσει σημαντικό παράγοντα επιτυχίας στο παραπάνω μοντέλο.
Ευρύτερα η ανάπτυξη του τουρισμού απαιτεί σημαντικές αλλαγές στη λειτουργία του διοικητικού μηχανισμού αλλά και στη νοοτροπία των πολιτών. Είναι απαραίτητο να καταπολεμηθεί η λογική του εύκολου και γρήγορου πλουτισμού, της ήσσονος προσπάθειας και της ευκαιριακής απασχόλησης με τον τουρισμό. Μόνο έτσι θα αποτραπεί η περαιτέρω διάθεση ενός τουριστικού προϊόντος χαμηλής ποιότητας και με φθίνοντα έσοδα. Ταυτόχρονα, είναι σημαντική η διασφάλιση του περιβάλλοντος κατά την υλοποίηση τουριστικών υποδομών και επενδύσεων και η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας του ελληνικού τουρισμού. Η πιλοτική ανάπτυξη κλάδων όπως ο συνεδριακός και ο αθλητικός τουρισμός είναι μια ασφαλής λύση για βιώσιμη ανάπτυξη των περιφερειών.
Είναι επίσης σημαντική η προστασία και ανάδειξη των παραδοσιακών οικισμών, η διευκόλυνση της κρουαζιέρας και η προστασία των χώρων φυσικού κάλλους. Ταυτόχρονα είναι αναγκαία και η ενίσχυση των σύγχρονων υποδομών στις συγκοινωνίες, στις επικοινωνίες και στις υπηρεσίες υγείας και η ανάγκη ολοκλήρωσης του χωροταξικού σχεδιασμού για τον τουρισμό. Η συγχρηματοδότηση των έργων υποδομής με συμπράξεις δημοσίου και ιδιωτικού τομέα είναι ένα αποτελεσματικό εργαλείο για την επίτευξη του στόχου αυτού. Η Αθήνα και ο Πειραιάς ως κατά κύριο λόγο πύλη εισόδου των τουριστών πρέπει να λάβουν ιδιαίτερης προσοχής.
Συγκεφαλαιώνοντας τα παραπάνω, επιγραμματικά σημειώνουμε τα εξής:
Α) Ο ιδιωτικός τομέας πρέπει να αναλάβει επιχειρηματικές πρωτοβουλίες που θα αξιοποιούν τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας, θα σέβονται το περιβάλλον και την πολιτιστική κληρονομιά και θα ενισχύουν την ανταγωνιστικότητα του προϊόντος, αφήνοντας πίσω κοντόφθαλμες πρακτικές που στηρίζονται αποκλειστικά στο βραχυπρόθεσμο κέρδος.
Β) Η πολιτεία -- κι αυτό περιλαμβάνει όχι μόνο την κεντρική διοίκηση αλλά και την τοπική αυτοδιοίκηση – πρέπει, πρώτον, να επιτύχει την άριστη κατανομή των περιορισμένων δημόσιων πόρων, έτσι ώστε να αναβαθμιστούν οι υποδομές που επηρεάζουν την ποιότητα του τουριστικού προϊόντος, και, δεύτερον, να συνεχίσει να βελτιώνει το "περιβάλλον" της επιχειρηματικής δραστηριότητας.**
Όπως είπαμε, η πλούσια πολιτιστική κληρονοµιά , οι ήπιες κλιµατολογικές συνθήκες και το φυσικό κάλλος της Ελλάδας έχουν ως αποτέλεσµα η χώρα να συγκαταλέγεται µεταξύ των σηµαντικότερων τουριστικών προορισµών παγκοσµίως. Η περαιτέρω ανάπτυξη του τουρισµού µπορεί να προσφέρει πολλαπλά οφέλη τα οποία διαχέονται σε ολόκληρη την οικονοµία, στηρίζοντας τις παραγωγικές της δοµές και την περιφερειακή ανάπτυξη ιδιαίτερα σε περιοχές της χώρας, όπως τις νησιωτικές, όπου οι αναπτυξιακές προοπτικές είναι µικρότερες. Το γεγονός αυτό υποδεικνύει την αναγκαιότητα διερεύνησης των διακλαδικών σχέσεων και της συνεισφοράς του τουριστικού τοµέα στην εγχώρια παραγωγική δραστηριότητα.
Αν επιδιώκουμε πολλαπλά οφέλη από τον τουρισμό, η εμπειρία του επισκέπτη από την έκθεσή του στην ελληνική καθημερινότητα θα πρέπει να είναι μόνο θετική.
H αξιοποίηση του συγκριτικού πλεονεκτήματος της χώρας μας , δηλαδή των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών τους για την παραγωγή ανταγωνιστικών προϊόντων και υπηρεσιών υψηλής ποιότητας και προστιθέμενης αξίας , αξιοποιώντας τις αλλαγές που συμβαίνουν στο παγκόσμιο στερέωμα αποτελεί μια βιώσιμη λύση , η οποία προαπαιτεί εισαγωγή καινοτομιών σε όλη την διαδικασία οργάνωσης και παραγωγής με ταυτόχρονη αναβάθμιση του ανθρώπινου δυναμικού.
Η πιο σημαντική τουριστική επένδυση για την Ελλάδα είναι , εμείς οι ίδιοι οι έλληνες πολίτες να αγαπήσουμε και να σεβαστούμε την χώρα μας.
* Καθημερινή της Κυριακής.
** Έκθεση Τράπεζας της Ελλάδος.
Γράφει ο Γιάννης Στάθης
Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιεύθηκαν πρόσφατα στον τύπο, η Ελλάδα φαίνεται να επιστρέφει στην κορυφή των επιλογών των τουριστών, οι οποίοι τον προηγούμενο χρόνο την είχαν αποφύγει λόγω του φόβου που προκαλούσε η αβεβαιότητα. Και παρά το γεγονός ότι η οικονομική κρίση συνεχίζει να μαστίζει την ελληνική κοινωνία, οι τουρίστες πλέον αισθάνονται ασφαλείς να επισκεφθούν τη χώρα μας. Με τον κίνδυνο της εξόδου από το ευρώ να έχει απομακρυνθεί αισθητά – αν όχι εντελώς – και με το φάκελλο «ασφάλεια» να αντιμετωπίζεται πλέον με επιτυχία, η Ελλάδα επανέρχεται ως μαγευτικός τουριστικός προορισμός, κερδίζοντας επισκέπτες που τα προηγούμενα χρόνια προτίμησαν – λόγω τιμών – την Ισπανία ή την Τουρκία.*
Ο τουρισμός αποτελεί τον κύριο πυλώνα ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, συνεισφέροντας αποφασιστικά στο ΑΕΠ και την αύξηση της απασχόλησης. Η επείγουσα υιοθέτηση ενός νέου παραγωγικού μοντέλου προσανατολισμένου σε μεγαλύτερη εξωστρέφεια, με στόχο την ενίσχυση της ανάπτυξης της χώρας, πρέπει να ρίχνει βαρύτητα στη συνιστώσα του τουρισμού.
Το νέο μοντέλο ανάπτυξης για τον τουρισμό πρέπει να λαμβάνει υπόψη και – κυρίως - να αναπτύσσει περισσότερο το συγκριτικό πλεονέκτημα της Ελλάδας που είναι ο τουρισμός. Αυτό δεν μπορεί να εξασφαλιστεί μόνο με την αξιοποίηση του ήλιου και της θάλασσας. Το μεγάλο πλεονέκτημα της Ελλάδας είναι ο συνδυασμός των μεγάλων εναλλαγών τοπίου- φυσικού και πολιτιστικού – με κυρίαρχες παντού τις ιστορικές παραδόσεις μας σε όλες τις περιόδους.
Στην εποχή μας όμως όπου ο ανταγωνισμός αυξάνεται αλματωδώς, ολοένα και περισσότερες χώρες προσπαθούν εισέρχονται στη διεθνή τουριστική αγορά προσπαθώντας να προσελκύσουν τουρίστες, με αποτέλεσμα να είναι απαραίτητη η ανάπτυξη όχι μόνο του κλασικού τουριστικού μοντέλου αλλά και νέων μορφών τουρισμού που θα κεφαλαιοποιούν τον συνδυασμό «ήλιος και θάλασσα» αλλά θα προσφέρουν και κάτι παραπάνω από αυτό. Αν στο προσφερόμενο τουριστικό προϊόν δεν προστεθούν ιδιαίτερα στοιχεία τότε θα είναι πολύ εύκολο η Ελλάδα να χάσει την πρωτοκαθεδρία που με πολύ κόπο φαίνεται να ξανααποκτά στη διεθνή τουριστική σκηνή. Η άνοδος του βιοτικού επιπέδου στις ασιατικές χώρες, σε συνδυασμό με τη μείωση του κόστους στις μεταφορές λόγω του ανταγωνισμού και της απελευθέρωσης των σχετικών υπηρεσιών.
Σε αυτό το πλαίσιο των διεθνών τάσεων για την προσφορά και ζήτηση των τουριστικών υπηρεσιών, θεωρούμε ότι είναι απαραίτητη η ποιοτική διαφοροποίηση του ελληνικού τουριστικού προϊόντος, με αξιοποίηση όλων των φυσικών και πολιτιστικών πλεονεκτημάτων της.
Αν αυτός ο στόχος επιτευχθεί, ο τουρισμός με τη σειρά του θα δώσει λύσεις σε μια σειρά προβλημάτων της εποχής μας, δημιουργώντας μεγάλες επενδυτικές ευκαιρίες και νέες θέσεις εργασίας, και άρα σημαντική αύξηση του ΑΕΠ και αποτελεσματική καταπολέμηση της ανεργίας.
Είναι προφανές ότι η επιτυχής και βιώσιμη ανάπτυξη ενός νέου ελληνικού τουριστικού προϊόντος συναρτάται με τη συνεχή εκπαίδευση και κατάρτιση όλων των εμπλεκόμενων στον τουριστικό κλάδο. Η παροχή εξειδικευμένων τουριστικών υπηρεσιών σε ειδικές κατηγορίες τουριστών, π.χ. τους τουρίστες της τρίτης ηλικίας, που είναι και οι εύρωστοι οικονομικά, μπορεί να αποτελέσει σημαντικό παράγοντα επιτυχίας στο παραπάνω μοντέλο.
Ευρύτερα η ανάπτυξη του τουρισμού απαιτεί σημαντικές αλλαγές στη λειτουργία του διοικητικού μηχανισμού αλλά και στη νοοτροπία των πολιτών. Είναι απαραίτητο να καταπολεμηθεί η λογική του εύκολου και γρήγορου πλουτισμού, της ήσσονος προσπάθειας και της ευκαιριακής απασχόλησης με τον τουρισμό. Μόνο έτσι θα αποτραπεί η περαιτέρω διάθεση ενός τουριστικού προϊόντος χαμηλής ποιότητας και με φθίνοντα έσοδα. Ταυτόχρονα, είναι σημαντική η διασφάλιση του περιβάλλοντος κατά την υλοποίηση τουριστικών υποδομών και επενδύσεων και η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας του ελληνικού τουρισμού. Η πιλοτική ανάπτυξη κλάδων όπως ο συνεδριακός και ο αθλητικός τουρισμός είναι μια ασφαλής λύση για βιώσιμη ανάπτυξη των περιφερειών.
Είναι επίσης σημαντική η προστασία και ανάδειξη των παραδοσιακών οικισμών, η διευκόλυνση της κρουαζιέρας και η προστασία των χώρων φυσικού κάλλους. Ταυτόχρονα είναι αναγκαία και η ενίσχυση των σύγχρονων υποδομών στις συγκοινωνίες, στις επικοινωνίες και στις υπηρεσίες υγείας και η ανάγκη ολοκλήρωσης του χωροταξικού σχεδιασμού για τον τουρισμό. Η συγχρηματοδότηση των έργων υποδομής με συμπράξεις δημοσίου και ιδιωτικού τομέα είναι ένα αποτελεσματικό εργαλείο για την επίτευξη του στόχου αυτού. Η Αθήνα και ο Πειραιάς ως κατά κύριο λόγο πύλη εισόδου των τουριστών πρέπει να λάβουν ιδιαίτερης προσοχής.
Συγκεφαλαιώνοντας τα παραπάνω, επιγραμματικά σημειώνουμε τα εξής:
Α) Ο ιδιωτικός τομέας πρέπει να αναλάβει επιχειρηματικές πρωτοβουλίες που θα αξιοποιούν τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας, θα σέβονται το περιβάλλον και την πολιτιστική κληρονομιά και θα ενισχύουν την ανταγωνιστικότητα του προϊόντος, αφήνοντας πίσω κοντόφθαλμες πρακτικές που στηρίζονται αποκλειστικά στο βραχυπρόθεσμο κέρδος.
Β) Η πολιτεία -- κι αυτό περιλαμβάνει όχι μόνο την κεντρική διοίκηση αλλά και την τοπική αυτοδιοίκηση – πρέπει, πρώτον, να επιτύχει την άριστη κατανομή των περιορισμένων δημόσιων πόρων, έτσι ώστε να αναβαθμιστούν οι υποδομές που επηρεάζουν την ποιότητα του τουριστικού προϊόντος, και, δεύτερον, να συνεχίσει να βελτιώνει το "περιβάλλον" της επιχειρηματικής δραστηριότητας.**
Όπως είπαμε, η πλούσια πολιτιστική κληρονοµιά , οι ήπιες κλιµατολογικές συνθήκες και το φυσικό κάλλος της Ελλάδας έχουν ως αποτέλεσµα η χώρα να συγκαταλέγεται µεταξύ των σηµαντικότερων τουριστικών προορισµών παγκοσµίως. Η περαιτέρω ανάπτυξη του τουρισµού µπορεί να προσφέρει πολλαπλά οφέλη τα οποία διαχέονται σε ολόκληρη την οικονοµία, στηρίζοντας τις παραγωγικές της δοµές και την περιφερειακή ανάπτυξη ιδιαίτερα σε περιοχές της χώρας, όπως τις νησιωτικές, όπου οι αναπτυξιακές προοπτικές είναι µικρότερες. Το γεγονός αυτό υποδεικνύει την αναγκαιότητα διερεύνησης των διακλαδικών σχέσεων και της συνεισφοράς του τουριστικού τοµέα στην εγχώρια παραγωγική δραστηριότητα.
Αν επιδιώκουμε πολλαπλά οφέλη από τον τουρισμό, η εμπειρία του επισκέπτη από την έκθεσή του στην ελληνική καθημερινότητα θα πρέπει να είναι μόνο θετική.
H αξιοποίηση του συγκριτικού πλεονεκτήματος της χώρας μας , δηλαδή των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών τους για την παραγωγή ανταγωνιστικών προϊόντων και υπηρεσιών υψηλής ποιότητας και προστιθέμενης αξίας , αξιοποιώντας τις αλλαγές που συμβαίνουν στο παγκόσμιο στερέωμα αποτελεί μια βιώσιμη λύση , η οποία προαπαιτεί εισαγωγή καινοτομιών σε όλη την διαδικασία οργάνωσης και παραγωγής με ταυτόχρονη αναβάθμιση του ανθρώπινου δυναμικού.
Η πιο σημαντική τουριστική επένδυση για την Ελλάδα είναι , εμείς οι ίδιοι οι έλληνες πολίτες να αγαπήσουμε και να σεβαστούμε την χώρα μας.
* Καθημερινή της Κυριακής.
** Έκθεση Τράπεζας της Ελλάδος.